Blog

30 Oct 2010

The Lakonia Series-Οι Πύλες του Άδη



... ή η Backpacker στην Μέσα Μάνη
20κάτι Αυγούστου... 
Ήταν μια τραγικά ζεστή μέρα στο Γύθειο. 
Όπως και οι προηγούμενες, άλλωστε, κατά τις οποίες, με την Τ. την περνούσαμε από καναπέ σε καναπέ κι από ξαπλώστρα σε ξαπλώστρα -κι από τοίχο σε τοίχο, αν ήμαστε μοκέτες. Στα ενδιάμεσα χλαπακιάζαμε και τα λουκούλια γεύματα (και δείπνα και πρωινά και είχα μια λιγούρα κι άνοιξα το ψυγείο που έχει μέσα όλα τα καλά του κόσμου) που μας ετοίμαζε η μαμά της Τ. αλλά αυτά σε επόμενο post.
Τέλος πάντων, μεταξύ ρέκλας και σαπίλας αποφασίσαμε, έτσι για να σπάσουμε την μονοτονία, να πάμε εκδρομή. Πέρυσι, η αφεντιά μας είχε φτάσει μόνο μέχρι Οίτυλο και Δυρό (προς δυσμάς, από την άλλη πήγαμε μακρύτερα). Αυτή τη φορά όμως, θα κάναμε κανονική εξερεύνηση. Βλέπετε, είχα φαγωθεί να δω ξανά την Μέσα Μάνη και οκ, είχα και τα δίκια μου, αφού είχα να την τιμήσω με την παρουσία μου από 12 χρονών παιδούλα. 
Φυσικά παρακοιμηθήκαμε και ξυπνήσαμε ψιλοπανικόβλητες το πρωί μεσημέρι, αφού για να κάνεις εκδρομή στην Μέσα Μάνη καλό είναι να ξεκινάς από νωρίς: βλέπετε, το οδικό της δίκτυο επιδρά με καθαρά ελληνικό τρόπο στον χωροχρόνο, προκαλώντας κυρίως διαστολή του δευτέρου συνθετικού της λέξης. Δηλαδή, για να κάνεις 5 χιλιόμετρα μπορεί να σου πάρει και ίσαμε μισή ώρα, αν δεν σε σκοτώσει στο μεταξύ κανένας παρανοϊκός (β)Λάκων. 
Αν και ο δρόμος από το Γύθειο μέχρι την Αρεόπολη είναι σχετικά καινούργιος, και στις δύο πλευρές του είναι γεμάτος, κυριολεκτικά, με αυτά τα μίνι-εκκλησάκια (μερικά κανονικές υπερπαραγωγές) που σου θυμίζουν ότι κάποιος πάτησε το γκάζι λίγο παραπάνω από ό,τι τον έπαιρνε. Η Backpacker τα βρίσκω πολύ θλιβερά αυτά τα εκκλησάκια και πραγματικά μου σφίγγεται η ψυχή. Κάτι που δεν παθαίνουν όμως οι λάκωνες οδηγοί, που τα προσπερνούν με δαιμονισμένη ταχύτητα...


Wild wild South (aka Αποσκερή Μάνη aka Μέσα Μάνη)
Μετά την Αρεόπολη, το έτσι κι αλλιώς άνυδρο τοπίο γίνεται πια τόσο γυμνό που σε εντυπωσιάζει. Γκρίζα, πελώρια βράχια, γλειμμένα από τη βροχή και τον αέρα κι αν καταφέρει να φυτρώσει τίποτα εκεί πάνω, δεν κάνει σκιά ούτε σε Στρουμφάκι. Πάλι καλά που υπάρχει και η θάλασσα, να ακουμπάει κάπου το μάτι και να ξεκουράζεται από την εκτυφλωτική αντανάκλαση της πέτρας. Στην αρχή, σε συνεπαίρνει η δωρικότητα του ξερού τοπίου, ωστόσο, κάμποσα χιλιόμετρα μετά καταντά κάπως βαρετό.
"Πω-πω, πολύ Αριζόνα το σκηνικό, ρε παιδί μου", σχολίασα, την ώρα που διασχίζαμε έναν οικισμό.
"Μόνο;!;" έκανε απότομα η Τ., η οποία έχει μεγαλώσει εκεί και για να λέμε την αλήθεια, δεν τρελαίνεται κιόλας. "Κοίτα πώς είναι τα χωριά τους, όχι κοίτα! 30 τσιμεντόσπιτα πεταμένα στις δυο πλευρές του δρόμου, έτσι είναι τα χωριά; Μόνο το σαλούν λείπει!!!" Τα είχε πάρει. "Πού είναι η πλατεία;;!! Πού είναι τα σοκάκια;!!; Πού είναι κάτι έστω ελάχιστα γραφικό; Άγρια Δύση είναι εδώ πέρα!".
"Άγριος Νότος", διόρθωσα. 
Πρέπει να σας ομολογήσω πως ούτε η Τ. ούτε εγώ έχουμε πάει ποτέ στην Αριζόνα.
Δεν ήταν και τόσο άδικη η Τ. Οι περισσότεροι οικισμοί που προσπεράσαμε, από το Γύθειο μέχρι το Ταίναρο, ήταν κατά βάση άχαροι, όπως είναι σχεδόν παντού στην Ελλάδα τα χωριά που  έχουν την ατυχία να διασχίζονται από επαρχιακές οδούς. Αυτό που σε στεναχωρεί κάπως στην Μάνη είναι ότι, δίπλα σ' αυτά τα σύγχρονα και γενικά κακόγουστα σπίτια, καταρρέουν χρόνο το χρόνο πανέμορφα παραδοσιακά πέτρινα ερείπια. Κατανοητό, ποιος έχει χρήματα τη σήμερον ημέρα να συντηρήσει τέτοιες κατασκευές, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί την ακαλαισθησία των νέων κτισμάτων. Κι αυτό φυσικά δεν ισχύει μόνο για την Μάνη.

Καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα από τον Δυρό φτάσαμε στον Γερολιμένα. Για κάποιον λόγο με είχαν πρήξει διάφοροι ότι είναι και γαμώ τα μέρη. Χμ... Μπααα...
Κάποτε ήταν λέει μεγάλο λιμάνι της Μέσα Μάνης. Σήμερα, ο Γερολιμένας έχει ψαροταβέρνες που μύριζαν ωραία, ένα lounge bar επαρχιώτικης αρχοντοπιανόμαστε-αλλά-δεν-μας-βγαίνει αισθητικής (γιατί πώς να σου βγει, καλέ μου, άμα μου βαράς Βανδή μέσα στα μεσημέρια;) και μερικούς ξενώνες που μου φάνηκαν tres sympa απ' έξω. Κάναμε μια γρήγορη βουτιά, μέχρι να φάμε και ένα παγωτό είχαμε δει και ό,τι υπήρχε να δούμε (βασικά τίποτα) και την κοπανήσαμε με ελαφρά. 
Ευτυχώς, άρχιζαν επιτέλους τα ωραία.

Είχαμε πάρει πια τον δρόμο για την Βάθεια, μερικά χιλιόμετρα από τον Γερολιμένα. Το αυγουστιάτικο μεσημέρι, ήταν στα πιο άγριά του, ο ήλιος μας είχε τσακίσει κι από τα παράθυρα έμπαινε καυτός αέρας. Σαν όαση μάς φάνηκε εκείνη η παραλία που ξεπρόβαλε ανάμεσα στα βράχια, μετά από μια στροφή. 
Κατεβήκαμε το μονοπάτι όλο προσμονή για το δροσερό νερό αλλά η χαρά μάς κόπηκε ελαφρώς, αφού το πρώτο πράγμα που αντικρίσαμε στην παραλία ήταν ένας σωρός από σκουπίδια, κυρίως πλαστικά μπουκάλια. Έλεος, η καμπάνια "όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά" γίνεται εδώ και 30 χρόνια, δεν το πιάσατε ακόμα το υπονοούμενο;
Ψιλοξενερωμένες, κατεβήκαμε προς το νερό. Ευτυχώς η παραλία κατηφόριζε απότομα και το βότσαλο έκρυβε από το οπτικό μας πεδίο το θέαμα. Εκεί, μας περίμενε άλλη έκπληξη εξίσου δυσάρεστη, αν όχι περισσότερο: η θάλασσα ήταν γεμάτη με αυτό το σαπουνοειδές πράγμα που είχε και ύποπτο  υπόλευκο χρώμα, σαν απόνερα μπανιέρας. Μπλιαχ. Παρόλα αυτά, ήμαστε τόσο ιδρωμένες, που βουτήξαμε, οι σιχαμένες. Δύο μήνες μετά, δεν μας έχει φυτρώσει κάποιο εξτρά άκρο, οπότε την γλιτώσαμε μάλλον.

Τα μαζέψαμε άρον-άρον και ξεκινήσαμε να βρούμε καμιά άλλη παραλία, τι στην ευχή, κάτι θα έπαιζε! Ανεβαίνοντας το μονοπάτι προς το αυτοκίνητο, χάζευα την Βάθεια που μετά βίας ξεχώριζε από το ομοιόχρωμο βραχοβούνι.
Η Βάθεια είναι ένας παραδοσιακός οικισμός που εξ όσων διαβάζω συντηρήθηκε από τον ΕΟΤ με σκοπό να γίνει τουριστική μονάδα, project που τελικά έπεσε έξω (μα τι παράξενο, αλήθεια). Όπως ανηφορίζεις τον φιδογυριστό δρόμο, τον πλαισιωμένο από φραγκοσυκιές και άλλα ξερόφυτα, η Βάθεια έρχεται όλο και πιο κοντά σου και σε γοητεύει. Πέτρα στην πέτρα, σε ένα ύψωμα που αγναντεύει ακόμα περισσότερες πέτρες και τον Μεσσηνιακό κόλπο, σου έρχονται στο μυαλό ιστορίες με πειρατές και άλλους παρανόμους που βολόδερναν στην περιοχή και όσο να'ναι, έναν ρομαντισμό στον βγάζουν -μια που το δικό σου σπίτι δεν το καίγανε, όπως και να το κάνουμε. Σταματήσαμε για φωτό μπροστά σε αυτό το υπέροχο σκουριασμένο εργαλείο, που για πρέσα το κόβω αλλά αν ξέρει κανείς σε τι πραγματικά χρησίμευε ας με διαφωτίσει, παρακαλώ.
Και άλλη μία, πιο πανοραμική, γιατί πολύ κόλλησα με την Βάθεια. Με φαντάζομαι να περνάω χειμώνες εκεί, σε ένα πυργόσπιτο, παρέα με τον σκύλο μου και μια γραφομηχανή, να γράφω το μυθιστόρημα που θα με βγάλει από την αφάνεια του διαδικτύου. Ελπίζω να αντιλαμβάνεστε το χιούμορ μου.
Η αναζήτηση παραλίας συνεχίστηκε. Είχαμε πληροφορίες ότι το Πόρτο Κάγιο, στην ανατολική πλευρά της χερσονήσου, στην Προσήλια Μάνη, στο οποίο  βγαίνεις με μια παράκαμψη από τον κεντρικό δρόμο, είναι πολύ χαριτωμένο. Από ψηλά, ο κόλπος έδειχνε πράγματι λαχταριστός με τα μπλε νερά του και θεωρήσαμε ότι επιτέλους θα αράξουμε.
Φευ! Όσο πλησιάζαμε, η τσιμεντένια πραγματικότητα μάς τρυπούσε το μάτι σαν ενοχλητικό πετραδάκι που δεν βγαίνει με τίποτα. Βασικά, το Πόρτο Κάγιο παραδίδει μαθήματα "βιάστε έναν πανέμορφο κόλπο σε δέκα απλές κινήσεις".
Δεν έχουν αφήσει πόντο για πόντο ανεκμετάλλευτο. Έχουν χτίσει σχεδόν μέχρι εκεί που σκάει το κύμα, όπως βλέπετε και στη φωτό παρακάτω, στον βαθμό που η μισή ξαπλώστρα είναι στην, ας το πούμε τώρα, παραλία και η άλλη μισή στον δρόμο όπου περνούν τα 4x4. Αίσχος πραγματικά. Κρίμα το τοπίο. 
Περπατήσαμε τα πέντε λεπτά από τη μια άκρη της παραλίας στην άλλη και φύγαμε και πάλι απογοητευμένες. Τώρα που το σκέφτομαι, ο τίτλος του ποστ έπρεπε να είναι "πόσο δύσκολο είναι να κάνεις μια βουτιά στην Μέσα Μάνη". 
Γυρίσαμε προς τα πίσω, είχαμε εντοπίσει, βλέπετε, κάτι παραλίες στην περιοχή Μαρμάρι. Από ψηλά φαίνονταν υπέροχες αμμουδιές, από κοντά η εικόνα δεν σε απογοήτευε καθόλου μα καθόλου αλλά δυστυχώς (πόσες φορές θα γράψω αυτή τη λέξη σήμερα), τα νερά ήταν γεμάτα με αυτό το σαπουνοειδές μπουμπουλήθρι οπότε φύγαμε χωρίς καν να βουτήξουμε, για ακόμα μια φορά. Την τύχη μου μέσα, πλέον.
Είχαμε όμως δει μια πινακίδα που έλεγε "Ταίναρο" και πέρα που ξέραμε ότι είναι το νοτιότερο άκρο της Βαλκανικής Χερσονήσου, είχαμε και κάτι θαμπές σχολικές αναμνήσεις ότι κάτι έπαιζε με αυτό, στο πιο αρχαιοπρεπές και μυστικιστικό του. Είπαμε λοιπόν να κατηφορίσουμε τον στενό, γεμάτο στροφές δρόμο, προσπερνώντας στην πορεία αμέτρητα τροχόσπιτα Ιταλών και Γερμανών. Έχει πολύ σουξέ τον Ταίναρο με αυτούς, προφανώς.
Επιτέλους! 

Οι Πύλες του Άδη
Το Ταίναρο δεν ήταν απλώς ευχάριστη έκπληξη. Ήταν αυτό που ψάχναμε μέσα στην  παλαβή ζέστη. Μια μακρόστενη βραχώδης αγκαλιά, λάδι νερά διάφανα, στα όρια του τυρκουάζ, ελάχιστος κόσμος. Πανέμορφα. 
Πέρα από τη φυσική ομορφιά, το σημείο του Ταίναρου όπου βρισκόμαστε, το Πόρτο Στέρνες, είναι αρχαιολογικός χώρος. Εδώ πίστευαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ότι βρισκόταν μια από τις εισόδους στον Άδη και μάλιστα ο θρύλος λέει ότι ο Ηρακλής κατέβηκε από εδώ για να πάει να κανονίσει τον Κέρβερο. Επίσης, κάποτε εδώ, οι κάτοικοι της περιοχής λάτρευαν τον Ταινάριο Ποσειδώνα και λέγεται ότι υπήρχε εδώ και ψυχοπομπείο, καθότι ο Ποσειδώνας εδώ είχε κάπως πιο dark διαστάσεις από ό,τι στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο.
Στην  αρχή, νομίζαμε ότι το ψυχοπομπείο ήταν αυτό.
Προχωρήσαμε προς αυτόν τον θολωτό σωρό από πέτρες, που όσο πλησιάζαμε αποκτούσε σχήμα που πιο πολύ θύμιζε εκκλησάκι. Μια φορά με αρχαίο ναό δεν έμοιαζε με τίποτα. Όταν φτάσαμε, είδαμε ότι μπορούσαμε να μπούμε και μέσα. 
Ε και τι να δούμε;
Στο βάθος, σε μια μικροσκοπική αίθουσα, 3-4 σπασμένες μαρμάρινες κολώνες ήταν γεμάτες με... χμ. Τώρα προσφορές να τα πω, τάματα να τα πω, σκατολοΐδια μου βγαίνει πιο πολύ να τα πω, αλλά τέλος πάντων. Ούτε στον τάφο του Jim Morrison δεν είχα δει τόση ποικιλία! Δηλαδή, να φανταστείτε είχε εκεί πάνω την Άρτα και τα Γιάννενα, από ευρωσέντ και φω μπιζού μέχρι αρωματικά μαντηλάκια -σου λέει, όλη μέρα μέσα στον βυθό, θα μυρίζει ψαρίλα ο Ποσειδώνας και δεν λέει, κοτζάμ θεός των θαλασσών και του Κάτω Κόσμου, να μπορεί να φρεσκαριστεί αν του τύχει κάτι απρόοπτο. Επίσης, υπήρχαν καραμέλες και τσίχλες (για να έχει δροσερή αναπνοή ο Ποσειδών, λογικό κι αυτό), τσιγάρα και αναπτήρες (μπορεί να ξεμείνει, συμβαίνουν αυτά). Και ραβασάκια. 
Οι προσφορές δεν περιορίζονταν μόνο στους "βωμούς" αλλά ήταν παραχωμένες και στους πέτρινους τοίχους του κτίσματος.
Να σας πω την αλήθεια, η όλη φάση είχε κάτι που το λες και χαριτωμένο, αλλά κάπως άσχετο, ρε  παιδί μου. Φοντάνα ντι Τρέβι το κάνανε το μέρος.
Βγήκα για να περιεργαστώ το κτίσμα και απ' έξω: ήταν φτιαγμένο από πέτρες και κομμάτια μαρμάρου, προφανώς απομεινάρια κάποιου αρχαίου ναού, πιθανόν του Ποσειδώνα. Κάποιος πιόνερος του graffitti μάλιστα, σχεδόν έναν αιώνα νωρίτερα, είχε αφήσει και το tag του. Με ονοματεπώνυμο.
Νικήτας Π. Κάσσης, 1924
Όπως διαβάσαμε αργότερα, πρόκειται τελικά για ένα εκκλησάκι της βυζαντινής εποχής, αφιερωμένο στους Άγιους Ασώματους. Άρα, τσάμπα οι προσφορές στον Ποσειδώνα, μάγκες. Και δεν γνωρίζω και σε τι θαύματα ειδικεύονται οι Άγιοι Ασώματοι -στις εξαντλητικές δίαιτες ίσως;


Αφού ψάξαμε για το ψυχοπομπείο και δεν το εντοπίσαμε πουθενά (να τους βράσω τις ταμπέλες, που έδειχναν γενικώς και αορίστως κάπου αριστερά, μόνο γαϊδουράγκαθα είδαμε), τρέξαμε επιτέλους μέσα στο νερό.
Αν κλικάρετε τη φωτό και μεγαλώσει, στην απέναντι πλευρά θα δείτε κάτι τύπους που στήνουν σκηνές. Εκεί βρίσκονται απομεινάρια θεμελίων του αρχαίου οικισμού των Ταιναρίων, όπως και στη γύρω περιοχή.
Το σκουριασμένο αυτό πράγμα πρέπει να ήταν κάτι σαν ντόκο, να χρησίμευε για φορτοεκφόρτωση; Τι να πω, δεν είναι της ειδικότητάς μου αυτά, τα φώτα σας παρακαλώ. Πάντως, αυτή το εξίσου σκουριασμένο βίντσι λίγο πιο πίσω, πρέπει να σχετίζεται με την κατασκευή.

Αφού βουτήξαμε και ξαναβουτήξαμε, είπαμε να συνεχίσουμε την εξερεύνηση της περιοχής. Από την δεξιά πλευρά, το μονοπάτι συνεχίζει σε όλο το μήκος της χερσονήσου και καταλήγει στο δεύτερο νοτιότερο άκρο της ηπειρωτικής Ευρώπης (το νοτιότερο είναι στην Ισπανία, λυπάμαι): το Ακροταίναρο, ή Κάβο Ματαπάς ή Ποσείδιον (στην αρχαιότητα) ή Κριτήρι, στην ντοπιολαλιά. Μετά από περίπου 40 λεπτά περπάτημα στο λιοπύρι, φτάνει κανείς σε έναν πανέμορφο φάρο (αν σας αρέσουν οι φάροι) που μας τον έχτισαν γάλλοι μηχανικοί τον 19ο αιώνα για μην πέφτουν τα στραβάδια οι θαλασσόλυκοι πάνω στα βράχια. 
Η φωτό από το faroi.com, κροπαρισμένη από μένα
Ο φάρος λειτουργεί ανελλιπώς από το 1887, με εξαίρεση την εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, και είχε φαροφύλακες μέχρι και το 1984, που η τεχνολογία σκότωσε ακόμα ένα ρομαντικό επάγγελμα (όταν ήμουν μικρή είχα διαβάσει τον Φάρο στην Άκρη του Κόσμου του Ιουλίου Βερν και ήθελα να γίνω φαροφύλακας). Μάλιστα, έχει ανακαινιστεί πρόσφατα.  


Περιττό να πω ότι δεν περπατήσαμε ως εκεί. Σας θυμίζω ότι είχε καύσωνα και 40 λεπτά πεζοπορία χωρίς ούτε μισή σκιά στην καρακαμπίλα, συγγνώμη, δεν το έχουμε. Παρόλα αυτά, το περπατήσαμε λίγο το μονοπάτι και ανακαλύψαμε και άλλα ερείπια αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, ελληνιστικού αυτή τη φορά. 
Γυρίσαμε πίσω για να ψάξουμε λίγο ακόμα για το ψυχοπομπείο, μάταια όμως Τελικά, ήταν ακόμα πιο πέρα από εκεί που το αναζητούσαμε, στον δεύτερο κολπίσκο πίσω από το εκκλησάκι των Αγίων Ασωμάτων. Ουφ, τι να κάνουμε, δεν πειράζει. Ψάχνε-ψάχνε πάντως, κοιτάξτε τι απίθανο πέτυχα αυγουστιάτικα, μέσα στην ξεραΐλα και το λιοπύρι!
Μετά την τελευταία βουτιά, καθώς αράζαμε στα βράχια και παρενοχλούσαμε τα καβούρια του Ταινάρου, σήκωσα το κεφάλι και χάζεψα τον τόπο γύρω μου. Πόσο παράξενο αλήθεια μέρος για να τοποθετήσει κανείς τις Πύλες του Κάτω Κόσμου. Μέσα στο δυνατό καλοκαιρινό φως που μαλάκωνε όσο περνούσε η ώρα, ανάμεσα στα γυμνά βράχια και τη γαλήνια καταγάλανη θάλασσα, δεν μπορούσα να αισθανθώ τίποτα το σκοτεινό, τίποτα το μυστηριακό, τίποτα το... σκιαχτικό, βρε παιδί μου. Δεν ξέρω, ίσως από την άλλη να έχουμε εμποτιστεί  τόσο πολύ, μετά από γενναίες δόσεις dark λογοτεχνίας και Χόλιγουντ, από τις πιο σκοτεινές παραδόσεις των βορειο-Ευρωπαίων, που να μην μας φέρνει στον νου τον θάνατο ένας τέτοιος τόπος που, πώς να το πω, ακτινοβολά ζωή αν και ξερότοπος.
Πάντως, φαντάζομαι ότι τη νύχτα, θα είναι αρκούντως τρομακτικά μέσα στην απόλυτη ερημιά.

2 comments:

Armenakia said...

Ms Backpacker!
Δεν μπορώ να σε βοηθήσω καθόλου στις απορίες σου για το σκουριασμένο εργαλείο και τον σκουριασμένο ντόκο :( καθότι κι εγώ παντελώς άσχετη,
αλλά έχω να καταθέσω ότι μου άρεσε πολύ το ταξίδι... παρά τα άπειρα "δυστυχώς" του!!!

the backpacker said...

Αχ, χαίρομαι που σας άρεσε! Πού να δεις πόσα δυστυχώς θα έχει το αφιέρωμα στο Γύθειο... αν και σκέφτομαι να κάνω ένα διάλειμμα από την Λακωνία και να ανέβω λίγο βορειότερα την επόμενη φορά ;)

Post a Comment